Ερευνητική Ομάδα Διασποράς

 

 

 

 

Δημήτριος Κοντογεώργης: Ελληνικές παροικίες στη Ρουμανία (c. 1821-1900)

 Στo πλαίσιo του προγράμματος Πυθαγόρας ΙΙ πραγματοποιήθηκε έρευνα για την ελληνική διασπορά στη Ρουμανία, και συγκεκριμένα για τις ελληνικές παροικίες στη Βλαχία, τη Μολδαβία και τη Δοβρουτσά. Χρονική αφετηρία της έρευνας στάθηκε η τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα, οπότε και καταλύθηκε το φαναριώτικο καθεστώς στις ηγεμονίες, ενώ το 1900 υπογράφηκε το ελληνορουμανικό πρωτόκολλο, που επισυνάφθηκε στην ελληνορουμανική εμπορική σύμβαση του ίδιου έτους, και με το οποίο αναγνωρίστηκαν από το ρουμανικό κράτος 8 ελληνικές κοινότητες. Στόχος του προγράμματος ήταν να μελετηθούν οι συσσωματώσεις των ελλήνων παροίκων, δηλαδή οι «κοινότητες» αλλά και οι σύλλογοι και οι «αδελφότητες». Επιπλέον, σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στη Ρουμανία έγινε μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής του αρχειακού και έντυπου υλικού που αφορά στις ελληνικές παροικίες και διασώζεται εκεί. Τέλος, καταγράφηκαν σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων, τα βιβλία που εξέδωσαν οι Έλληνες στη Ρουμανία σε αυτή την περίοδο, απαραίτητο βοήθημα για τη μελέτη της ελληνικής διασποράς.

Αναλυτικά, εντοπίστηκαν πολυάριθμοι έντυποι ή χειρόγραφοι κανονισμοί των ελληνικών κοινοτήτων της Ρουμανίας. Η έρευνα διεξήχθη τόσο σε ελληνικές βιβλιοθήκες (Γεννάδειος), όσο και σε ρουμανικές (Βιβλιοθήκη της Ρουμανικής Ακαδημίας), όπως επίσης και στο Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών. Οι κανονισμοί καταγράφηκαν σε ηλεκτρονική μορφή, ενώ συντάχθηκε και ευρετήριο για την ευχερέστερη μελέτη τους. Επιπλέον, συγκεντρώθηκαν βασικές πληροφορίες (σύντομο ιστορικό, βιβλιογραφία, προκαταρκτική αρχειακή έρευνα) για όσες ελληνικές κοινότητες συστάθηκαν και ας μην σώζεται κάποιος κανονισμός.

Όσον αφορά στους συλλόγους, τις «λέσχες» και τις «αδελφότητες» καταγράφηκαν πάνω από 20 τέτοιου είδους συσσωματώσεις. Καταγράφηκαν τα καταστατικά και οι λογοδοσίες τους, ενώ συγκεντρώθηκαν πληροφορίες από αρχειακό (Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος, Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών) και έντυπο υλικό. 

Επιπλέον, στα πλαίσια του προγράμματος έγινε προσπάθεια να καταγραφούν σε μία βάση δεδομένων τα βιβλία που εκδόθηκαν στα ελληνικά, ή από Έλληνες στη Ρουμανία, κατά την περίοδο 1821-1900. Μέχρι σήμερα έχουν καταχωρηθεί περίπου 220 βιβλία. Για την περίοδο 1821-1864 βάση αποτέλεσε η «Βιβλιογραφία Γκίνη-Μέξα», ενώ για την επόμενη περίοδο η βιβλιογραφική καταγραφή της Cornelia Papacostea-Danielopolu, της Πόπης Πολέμη. Επιπλέον, έγινε έρευνα στη  Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, τη Βιβλιοθήκη του Ε.Λ.Ι.Α, της Βουλής, όπως και σε ρουμανικές βιβλιοθήκες.         

Κατά τη διάρκεια της παραμονής στη Ρουμανία (01.10.2005-01.11.2005) μελετήθηκαν τα ευρετήρια αρχειακών Fonds και αρκετοί φάκελοι εγγράφων στα Εθνικά Αρχεία της Ρουμανίας στο Βουκουρέστι και στα Εθνικά Αρχεία των πόλεων Τζιούρτζιου (Giurgiu), Γαλατσίου (Galaţi), Τούλτσεας (Tulcea), Κωνστάντζας (Constanţa) και Κραϊόβας (Craiova). Επιπλέον, μελετήθηκαν οι συλλογές των ελληνικών βιβλίων στις νομαρχιακές βιβλιοθήκες των παραπάνω πόλεων, όπως επίσης και στη βιβλιοθήκη της Ρουμανικής Ακαδημίας και στη Νομαρχιακή Βιβλιοθήκη της Βραΐλας. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε μία προκαταρκτική έρευνα και στο αρχείο της Επισκοπής του Κάτω Δουνάβεως (Episcopia Dunǎrea de Jos) στο Γαλάτσι, όπως και στο αρχείο του Δήμου του Βουκουρεστίου. Η πραγματοποιηθείσα έρευνα κατέστησε σαφέστερη την εικόνα μας για τα αρχεία των ελληνικών κοινοτήτων που υπάρχουν στην Ρουμανία, όπως επίσης και για τα σχολικά ιδρύματα που είχαν αυτές ιδρύσει. Μελετήθηκαν επίσης και αρχεία ελλήνων εμπόρων (οίκος Αμάν στην Κραϊόβα, Χάτζη-Γιάννους στο Βουκουρέστι), αλλά και τραπεζιτών (οίκος Χρυσοβελόνη στο Βουκουρέστι).

 

 

Σωτήρης Κουτμάνης: Χρονικά για την ελληνική κοινότητα Βενετίας (18ος αι.)

Τα κείμενα που συγκεντρώθηκαν αποτελούν στην πλειονότητά τους χρονικά του 18ου αιώνα που συντάχθηκαν στην ιταλική γλώσσα και  αναφέρονται στην ιστορία της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας. Με τον όρο «χρονικά» (memorie) εννοούμε ένα ευρύ σώμα πηγών που περιλαμβάνει υπομνήματα και εκθέσεις βενετών αξιωματούχων, ιστορικο-θεολογικές και αντιρρητικές πραγματείες καθολικών θεολόγων, ιστορικές αφηγήσεις και σημειώσεις που συντάχθηκαν από μέλη της ορθόδοξης αδελφότητας του αγίου Νικολάου κατά το χρονικό διάστημα 1700-1774 με αφορμή το ζήτημα της υποχρεωτικής υποβολής καθολικής ομολογίας πίστης εκ μέρους των ορθόδοξων εφημερίων του ναού του αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Η επιλογή της μεταγραφής των παραπάνω κειμένων (14 στο σύνολο) στηρίχθηκε σε κριτήρια χρονολογικά, πραγματολογικά και υφολογικά. Καθώς η υπόθεση εξελίχθηκε σε μακροχρόνια διαμάχη ανάμεσα στην ελληνική παροικία και το βενετικό κράτος που κράτησε ολόκληρο τον 18ο αιώνα, τα χρονικά έπρεπε να είναι αντιπροσωπευτικά των διαφορών περιόδων κατά τις οποίες εντείνονταν οι συζητήσεις και οι διεργασίες για το παραπάνω ζήτημα. Η ιστορική σημασία των memorie, δηλ. η αξία των πληροφοριών που μάς μεταβιβάζουν, δεν είναι ισότιμη αλλά εκτείνεται από σημαντικές μαρτυρίες πρωταγωνιστών της υπόθεσης έως απλά ερανίσματα διαταγμάτων και αποφάσεων. Επειδή όμως η διάδοση των χρονικών ήταν ευρύτατη, σε χειρόγραφη κυρίως μορφή, κρίθηκε μεθοδολογικά ορθό να συμπεριληφθούν  ορισμένα που δεν έχουν αξία ως ιστορικές πηγές αλλά ως ιστορικά μνημεία, κείμενα δηλ. που παρόλο δεν προάγουν τη γνώση μας για την ιστορία της ελληνικής κοινότητας αποκαλύπτουν την επικοινωνιακή λειτουργία και τη διαδικασία κατασκευής τους.

Τα χρονικά εντοπίσθηκαν σε βιβλιοθήκες και αρχεία της Βενετίας (Κρατικό Αρχείο Βενετίας, Μαρκιανή βιβλιοθήκη, βιβλιοθήκη Correr και Fondazione Querini Stampalia). Τις περισσότερες φορές βρίσκονταν συγκεντρωμένα σε κώδικες που περιείχαν έγγραφα που αφορούσαν τα θεσμικά δικαιώματα και προνόμια (Ius Patronato) της αδελφότητας του αγίου Νικολάου. Από τη στιγμή που οι αναφορές των χρονικών σε αυτά τα έγγραφα ήταν συνεχείς θεωρήθηκε απαραίτητο να συμπεριληφθούν ορισμένα από αυτά στο σώμα των πηγών που συγκεντρώσαμε. Η σύνδεση των εγγράφων του Ius Patronato με τις memorie υπαγορεύθηκε όχι μόνο από λόγους πληρέστερης κατανόησης του αφηγηματικού υλικού, καθώς πολλά χρονικά γράφηκαν με αφορμή αυτά τα έγγραφα ή αποτελούν ουσιαστικά σχολιασμό τους, αλλά και από την επιλογή μας να αναδειχθεί η αμφίσημη φύση των εγγράφων, τα οποία ερμηνεύονται και νοηματοδοτούνται διαφορετικά, κάθε εποχή, ανάλογα το σκοπό και το χρόνο παραγωγής κάθε ιστορικής αφήγησης.

Το περιεχόμενο των χρονικών είναι σε γενικές γραμμές τυποποιημένο. Η αφήγηση ξεκινάει τον 15ο αιώνα με σταθερές αναφορές στα διάφορα βενετικά διατάγματα και τις παπικές βούλες που αναφέρονται στην ανέγερση και τη λειτουργία του ναού του αγίου Γεωργίου. Περιληπτικά γίνεται  λόγος για την εγκαθίδρυση της μητρόπολης Φιλαδελφείας στα τέλη του 16ου αι. στη Βενετία, ενώ πιο αναλυτικά εξετάζονται τα γεγονότα που σχετίζονται με  την προσχώρηση του μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελέτιου Τυπάλδου στην καθολική εκκλησία.  Στο τέλος ακολουθεί σχολιασμός των αρνητικών επιπτώσεων που είχαν αυτά τα γεγονότα στη ζωή της παροικίας και προτείνονται λύσεις για την αντιμετώπισή τους.

 

 

Ίκαρος Μαντούβαλος: Miskolc – Sátoraljaújhely – Βουδαπέστη: αναζητώντας τα ίχνη της ελληνικής εμπορικής διασποράς στην Ουγγαρία

Στο πλαίσιο του υποέργου Ελληνικές Κοινότητες και Ευρωπαϊκός Κόσμος (13ος – 19ος  αι.). Μορφές αυτοδιοίκησης, κοινοτική οργάνωση, συγκρότηση ταυτοτήτων (πρόγραμμα ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ ΙΙ) εντάσσεται το ερευνητικό ταξίδι στην Ουγγαρία που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 31.10.2005 – 25.11.2005. Ως συντελεστές στο πακέτο εργασίας «Έλληνες στο Miskolc, στη Βουδαπέστη, στο Sátoraljaújhely ΒΑ Ουγγαρίας – Ελληνοβλαχική κοινότητα Miskolc», η Βασιλική Σειρηνίδου και ο Ίκαρος Μαντούβαλος κινήθηκαν  προς την κατεύθυνση της ανάδειξης και εν συνεχεία αποσαφήνισης πτυχών της «ελληνικής παρουσίας» (17ος – μέσα 19ου αι.) στον ουγγρικό γεωγραφικό χώρο της αψβουργικής μοναρχίας. Η αναζήτηση αρχειακών στοιχείων που μαρτυρούν τη δράση και την οργάνωση των οθωμανών  υπηκόων που αναγνωρίζονται με το όνομα «Görög», τόσο από τις τοπικές αρχές όσο και από τους γηγενείς των τόπων εγκατάστασής τους, αποτελούσε μία από τις βασικές προτεραιότητες της ερευνητικής αποστολής. Στις πόλεις που επισκέφθηκαν –Miskolc, Βουδαπέστη και Sátoraljaújhely– εντοπίστηκε, φωτογραφήθηκε με ψηφιακή μηχανή και καταλογογραφήθηκε, σε ηλεκτρονική μορφή, υλικό από τα αντίστοιχα δημοτικά αρχεία. Απώτερος στόχος ήταν να καταρτισθεί ένας, όσο το δυνατό, διεξοδικός οδηγός αρχειακών τεκμηρίων, σχετικών με την ιστορική διαδρομή του ελληνικού εμπορικού στοιχείου στις συγκεκριμένες περιοχές, προς χρήση των ενδιαφερόμενων ερευνητών.

Ο διττός χαρακτήρας της εμπορικής διασποράς των Ελλήνων στοιχειοθετείται αφενός  από τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους στο ουγγρικό αστικό περιβάλλον και αφετέρου  από τις κοινωνικές και οικονομικές δομές των περιοχών, όπου εγκαθίστανται. Οι διαφορετικές ιστορικές εκφάνσεις της δράσης των Ελλήνων  αντανακλώνται στους ίδιους τους αρχειακούς τόπους, στο αρχείο της ελληνορθόδοξης κοινότητας του Miskolc και στο δημοτικό αρχείο του Sátoraljaújhely, τα οποία υπάγονται στο Δημοτικό Αρχείο του Miskolc (Borsod –Abaúj –Zemplén Megyei Levéltár). Το πρώτο συνίσταται σε ποικίλου περιεχομένου κατάστιχα, λογιστικά βιβλία, εκκλησιαστικά και σχολικά μητρώα και πλήθος λυτών εγγράφων από τις αρχές του 18ου έως τα μέσα του 19ου αιώνα, ως επί το πλείστον στην ελληνική γλώσσα. Αντιθέτως, στο αρχείο του Sátoraljaújhely, η απουσία ξεχωριστής αρχειακής ταξινόμησης για τους Έλληνες δεν μπορεί παρά να ερμηνευτεί ως ένδειξη της γρήγορης ενσωμάτωσης των μεταναστών εμπόρων στον κοινωνικό και οικονομικό ιστό της πόλης υποδοχής τους. Έγγραφα στη λατινική και ουγγρική γλώσσα, διάσπαρτα στις αρχειακές ενότητες, αποκτούν ξεχωριστή σημασία για την εμβάθυνση της ιστορικής έρευνας για τη προσέγγιση ατομικών γεγονότων και εκδηλώσεων, άμεσα συνυφασμένων με την παρουσία ελλήνων εμπόρων στην επαρχία του Zemplén, στη βορειοανατολική Ουγγαρία.

Η ανίχνευση της ελληνικής παρουσίας στην Ουγγαρία ολοκληρώθηκε με την επίσκεψη στο Δημοτικό Αρχείο της Βουδαπέστης. Διαθήκες και απογραφές κληρονομιάς μελών της ελληνικής και μακεδονοβλαχικής κοινότητας της Πέστης, επελέγησαν και φωτοτυπήθηκαν. Όψεις του ιδιωτικού βίου, ιεραρχημένες σχέσεις, έμφυλοι ρόλοι, σύνθεση και  δομή νοικοκυριών,  στρατηγικές μεταβίβασης περιουσιών αναδεικνύονται μέσα από τη μικροϊστορική εξέταση του υλικού, αποτυπώνοντας νοοτροπίες και αντιλήψεις, που διέπουν τη συμπεριφορά των ατόμων στον εμπράγματο κόσμο.

Ενδεικτική εικόνα του υλικού: εδώ     

 

 

Βάσω Σειρηνίδου: Το τεκμήριο της βιβλιοθήκης. Ο κατάλογος της βιβλιοθήκης του Δημητρίου Δάρβαρη και το τμήμα της βιβλιοθήκης Γεωργίου Ζαβίρα στην πόλη Kécskémet της Ουγγαρίας

Οι ογκώδεις και πολύγλωσσες βιβλιοθήκες δύο εκπροσώπων της ελληνικής εμπορικής διασποράς στην Κεντρική Ευρώπη, του Δημητρίου Δάρβαρη και του Γεωργίου Ζαβίρα, αποτελούν ένα παραδειγματικό πεδίο συνάντησης των δύο βασικών αξόνων του προγράμματος: των ελληνικών κοινοτήτων και του ευρωπαϊκού κόσμου. Στη βιβλιοθήκη συναντιούνται οι ελληνικές κοινότητες ως χώροι διαμόρφωσης και δράσης του κοινωνικού τύπου του εμπόρου-λογίου και ο ευρωπαϊκός κόσμος, ως συνδυασμός πνευματικών ερεθισμάτων, ακαδημαϊκών ευκαιριών και έντυπης κουλτούρας.

Ο κατάλογος της βιβλιοθήκης του Δημητρίου Δάρβαρη εντοπίσθηκε στο Δημοτικό Αρχείο της Βιέννης. Συντάχθηκε λίγο μετά το θάνατό του, το 1823, από υπαλλήλους του πολιτικού δικαστηρίου της πόλης με σκοπό την εκτίμηση της αξίας της βιβλιοθήκης του θανόντος και τον συνακόλουθο υπολογισμό του φόρου κληρονομιάς. Ο κατάλογος αποτελείται από 49 χειρόγραφες σελίδες και περιέχει περί τους 1.000 τίτλους βιβλίων στην ελληνική –αρχαία και νέα–, λατινική, γερμανική, γαλλική, ιταλική, σερβική, ρωσική και βλαχική γλώσσα. Οι ελληνικοί, σερβικοί, ρωσικοί και βλαχικοί τίτλοι βρίσκονται καταχωρισμένοι σε γερμανική μετάφραση.

Στο πλαίσιο του προγράμματος πραγματοποιήθηκε η ηλεκτρονική μεταγραφή του καταλόγου, η βιβλιογραφική ταύτιση των καταχωρισθέντων τίτλων και η συγγραφή συνθετικού εισαγωγικού σημειώματος, ως συνοδευτικού της δημοσίευσης του καταλόγου.

 Σχεδόν δύο αιώνες μετά τη σύνταξη του εν λόγω εγγράφου, η απόπειρα μιας διαφορετικής χρήσης του, προς όφελος της βιβλιολογικής και ιστορικής έρευνας αυτή τη φορά, δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ελλιπείς ή ανακριβείς αποδόσεις των τίτλων και του χρόνου έκδοσης κατέστησαν τη βιβλιογραφική ταύτιση διαδικασία χρονοβόρα, επίπονη και σε κάποιες περιπτώσεις μάταια. Διπλές και τριπλές καταχωρήσεις του ίδιου τίτλου σε διαφορετικά σημεία καθώς και η ύπαρξη ενός επιπλέον καταλόγου με 145 νεοελληνικούς τίτλους δημιουργούν επίσης εύλογα ερωτήματα για το κατά πόσο ο αριθμός των τόμων του καταλόγου αντιστοιχεί στον πραγματικό αριθμό των τόμων της βιβλιοθήκης του Δάρβαρη. Για την ποιότητα της βιβλιολογικής επεξεργασίας μοναδικοί υπεύθυνοι δεν ήταν οι υπάλληλοι του πολιτικού δικαστηρίου. Οι δυνατότητες αυτοψίας ενός ογκώδους και πολύγλωσσου υλικού ήταν περιορισμένες. Δύσκολη επίσης ήταν η εξ αποστάσεως πρόσβαση σε μη ελληνόγλωσσες βιβλιογραφίες του 18ου και 19ου αιώνα. Έτσι, για μεγάλο αριθμό τίτλων δεν στάθηκε δυνατή η βιβλιογραφική ταύτιση και η πλήρης βιβλιογραφική περιγραφή.

Στην υπό δημοσίευση μελέτη ο κατάλογος της βιβλιοθήκης του Δημητρίου Δάρβαρη αποτέλεσε τον οδηγό για την παρουσίαση, χωρίς απαραίτητα χρονολογική σειρά, μιας ατομικής και μιας συλλογικής βιογραφίας: του νεαρού Κλεισουριώτη με την έφεση στα γράμματα που ακολούθησε τις εμπορικές διαδρομές της οικογένειάς του, σπούδασε και διακρίθηκε ως δάσκαλος και συγγραφέας αλλά και του εκπροσώπου της ελληνικής διασποράς στην Αψβουργική Μοναρχία.

Στο πλαίσιο παλαιότερου προγράμματος της κ. Όλγας-Κατσιαρδή-Hering για τον Παροικιακό Ελληνισμό (ΕΚΠΑ) συγκεντρώθηκαν σε φωτοτυπίες οι σελίδες τίτλου των ελληνικών και ξενόγλωσσων εντύπων που σώζονται στην κοινότητα του Κécskémet, μεγάλο μέρος των οποίων ανήκαν, όπως αποδεικνύεται από την ιδιόχειρη σημείωση του κατόχου τους, στη βιβλιοθήκη του Γεωργίου Ζαβίρα. Κατά τη διάρκεια αυτού του προγράμματος πραγματοποιήθηκε ηλεκτρονική μεταγραφή και βιβλιογραφική ταύτιση των ελληνικών τίτλων, ενώ παράλληλα επιχειρήθηκε η ανασύσταση της θεωρούμενης σήμερα ως «χαμένης» βιβλιοθήκης Ζαβίρα, μέσω αντιπαραβολής του υλικού που εντοπίστηκε στο Κécskémet, με τον Κατάλογο της εν Βουδαπέστη Βιβλιοθήκης Γεωργίου Ζαβίρα, που δημοσιεύθηκε το 1935 από τον András Graf και τον κατάλογο ελληνικών χειρογράφων και εντύπων της πόλης Nyiregyhaza που δημοσίευσε ο Varban Todorov (Catalogue of Greek Manuscripts and Printed Books (17th –19th century). The Collection in Nyiregyhaza, Hungary. Contribution to the History of the Greek Diaspora, τετράδια εργασίας ΚΝΕ/ΕΙΕ 1999). Στον νέο κατάλογο της βιβλιοθήκης Ζαβίρα περιέχονται οι τίτλοι των βιβλίων και η τοποθεσία όπου βρίσκονται αυτά σήμερα. Τον κατάλογο συνοδεύει μικρή εισαγωγή στην ιστορία της κοινότητας του Κécskémet.

 

 

Ηλεκτρονικό ευρετήριο όρων

Στο πλαίσιο του προγράμματος καταρτίστηκε ηλεκτρονικό ευρετήριο όρων που εμπεριέχονται σε καταστατικά ελληνικών κοινοτήτων της Ρουμανίας, της Κεντρικής Ευρώπης (Βιέννη, Miskolc), της ιταλικής χερσονήσου (Τεργέστη, Λιβόρνο) καθώς και στα υπομνήματα (memoriae) που αφορούν την ελληνική κοινότητα Βενετίας. Στόχος του ευρετηρίου είναι να διευκολύνει τη συγκριτική πραγμάτευση φαινομένων που άπτονται της ιστορίας των ελληνικών κοινοτήτων στη διασπορά καθώς και την παρακολούθηση, στη μακρά διάρκεια, των αλλαγών και μετασχηματισμών που συμβαίνουν μέσα στην ίδια κοινότητα.

Σε πρώτο στάδιο έχουν ευρετηριασθεί όροι που αφορούν τη δήλωση του εθνοτικού και θρησκευτικού συλλογικού προσδιοριστικού «Έλληνες» καθώς και όροι που αφορούν τη δήλωση των κοινοτικών αξιωμάτων. Η προτεραιότητα που δόθηκε στα συγκεκριμένα πεδία σχετίζεται με τα ερευνητικά ενδιαφέροντα των συνεργατών του προγράμματος. Το ευρετήριο επιδέχεται περαιτέρω εξέλιξη με την προσθήκη νέων πεδίων (διαδικασία εκλογής κοινοτικών αρχόντων, αρμοδιότητες κοινοτικών αρχόντων, οικονομικά, κοινωνική πολιτική κ.ο.κ).

Το ευρετήριο βρίσκεται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του προγράμματος (γραφείο καθ. Ο. Κατσιαρδή-Hering, κτίριο Φιλοσοφικής, κυψέλη 408) και είναι προσβάσιμο σε κάθε ενδιαφερόμενο.

 

 

Βιβλιογραφική βάση δεδομένων «Παροικιακός Ελληνισμός»

Στο πλαίσιο του προγράμματος ενημερώθηκε και τελειοποιήθηκε τεχνικά η βάση δεδομένων για τη βιβλιογραφία του Παροικιακού Ελληνισμού (15ος –19ος αι.), που είχε καταρτιστεί κατά προηγούμενη συνεργασία της κ. Κατσιαρδή-Hering με μεταπτυχιακούς φοιτητές εντός του πλαισίου προγραμμάτων υπό τη διεύθυνσή της χρηματοδοτούμενων απο τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας. Εκτός της προσθήκης πρόσφατα (από το 2002 κι εξής) δημοσιευμένων μονογραφιών, το μέλος της ερευνητικής ομάδας κ. Ίκαρος Μαντούβαλος με τη συνδρομή του κ. Δημητρίου Κοντογεώργη αποδελτίωσε και καταχώρισε στη βιβλιογραφική βάση σχετικά άρθρα που δημοσιεύθηκαν μεταξύ 2002-2005 στα περιοδικά: Αριάδνη, Δωδώνη, Ηπειρωτική Εστία, Ηπειρωτικά Χρονικά, Θησαυρίσματα, Μνήμων, Τα Ιστορικά, Balkan Studies, Balcanica, Études Balkaniques, Journal of Modern Greek Studies, Modern Greek Studies Yearbook, Österreichische Osthefte, Revue des Études Sud-Est Européennes, Südost-Forschungen, The Journal of Greek Diaspora, Turcica. Πρόκειται για την πληρέστερη έως αυτή τη στιγμή βιβλιογραφική βάση δεδομένων για τον Παροικιακό Ελληνισμό (15ος-19ος αι.) (συνολικά 1250 καταχωρήσεις), η οποία βρίσκεται στη διάθεση των χρηστών στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

 http://www.arch.uoa.gr/diaspora/bibl

 

επιστροφή στην αρχή